Ο Χέγκελ λέει κάπου ότι «όλα τα γεγονότα και οι προσωπικότητες της ιστορίας εμφανίζονται ξανά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο». Ξέχασε να προσθέσει: την πρώτη φορά ως τραγωδία, τη δεύτερη ως φάρσα.
Αυτό ήταν ένα από τα σχόλια του Κ. Μαρξ για τα συμβάντα της εποχής του. Από τότε, το εν λόγω απόφθεγμα έχει περάσει στο συλλογικό υποσυνείδητο. Η ιστορία των τελευταίων μηνών γύρω από την ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Πειραιώς, ωστόσο, μας φέρνει στην άβολη θέση να αναγνωρίσουμε πως η φράση είναι λειψή. Η ανακεφαλαιοποίηση του 2012-2013 ξεκίνησε τον ιστορικό κύκλο, αυτή του 2014 εμφανίστηκε ως τραγωδία και αυτή του 2015 ως φάρσα. Τι μένει για να αποδώσουμε στην ανακεφαλαιοποίηση του 2021;
Σε πρώτο επίπεδο, η ιστορία μας φέρνει για τέταρτη φορά σε μία δεκαετία με ένα χιλιογραμμένο ζήτημα. Τι είναι η ανακεφαλαιοποίηση μιας τράπεζας και γιατί είναι αναγκαία;
Χρησιμοποιώντας ένα παράδειγμα ας υποθέσουμε πως ιδρύουμε μια τράπεζα στην οποία τοποθετούμε χρήματα (Ίδια Κεφάλαια) με τα οποία εξασφαλίζονται και οι τίτλοι ιδιοκτησίας (μετοχές). Έστω ότι ιδρύουμε τη τράπεζα με 100 εκ. Ίδια Κεφάλαια και στη συνέχεια δεχόμαστε καταθέσεις 400 εκ.. Οι συνολικοί πόροι θα είναι 500 εκατομμύρια. Η νομοθεσία επιβάλλει να έχουμε τοποθετήσει τόσα χρήματα ως ιδιοκτήτες ώστε κατ’ ελάχιστο να αποτελούν ένα συγκεκριμένο ποσοστό επί του συνολικού ισολογισμού (π.χ. 20%). Έτσι, οι ιδιοκτήτες θα έχουν σημαντική συμμετοχή στις τραπεζικές επενδύσεις και, επομένως, πολλά να χάσουν εάν είναι απρόσεκτοι. Στο παράδειγμα μας βλέπουμε ότι: Ίδια Κεφάλαια/Συνολικοί Πόροι=100/(100+400)=20%. Άρα, η τράπεζα μας ικανοποιεί το βασικό νομικό πλαίσιο και είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει όλους τους πόρους, ώστε να βγάλει κέρδος.
Αφού ιδρύσαμε τη τράπεζα και εξασφαλίσαμε τους πόρους για τις ενέργειες μας (500 εκ.), τώρα πρέπει να κάνουμε τις κατάλληλες επενδύσεις με αυτά τα χρήματα. Ας υποθέσουμε ότι 100 εκ. μένουν στα ταμεία ως Διαθέσιμα. Τα υπόλοιπα 400 προσφέρονται ως δάνεια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις Το πρόβλημα δημιουργείται όταν μία κρίση όπως αυτή της πανδημίας ταράξει την ομαλή πορεία της οικονομικής πραγματικότητας.
Διατηρώντας τα υπόλοιπα σταθερά, είναι λογικό να υποθέσουμε πως πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα αδυνατούν να ανταποκριθούν στα δάνεια τους. Η μεταβολή αυτή επεμβαίνει στο παράδειγμα ως εξής. Μέρος των 400 εκ. που προσέφερε η τράπεζα ως δάνεια σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα δεν αποπληρώνονται λόγω της κατάστασης. Αυτές τις απώλειες στις λογιστικές καταστάσεις τις καλύπτουν πρώτα απ’ όλα τα Ίδια Κεφάλαια. Αν υποθέσουμε ότι οι απώλειες των δανείων είναι 100 εκ. τότε τα Ίδια Κεφάλαια μηδενίζονται. Στη νέα κατάσταση, όμως, ο λόγος Ίδια Κεφάλαια/Συνολικοί Πόροι βρίσκεται στο 0%. Επομένως, τόσο για πρακτικούς όσο και για νομικούς λόγους η τράπεζα πρέπει είτε να βρει τους πόρους που θα την επαναφέρουν στο 20%, είτε να κηρύξει πτώχευση.
Η πτώχευση μιας τράπεζας, ωστόσο, μπορεί να οδηγήσει σε ισχυρές παράπλευρες συνέπειες το σύνολο της οικονομίας, γεγονός που αναγκάζει τη πολιτεία να τη στηρίξει. Υπό αυτό το πρίσμα, με την ανακεφαλαιοποίηση της μορφής bail-out εννοούμε ότι ένας εξωτερικός για τη τράπεζα θεσμός έρχεται και αγοράζει νέες μετοχές αυξάνοντας τα Ίδια Κεφάλαια της τράπεζας με μία διαδικασία που λέγεται αύξηση μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ). Στο παράδειγμα μας, αν ένας εξωτερικός θεσμός αγοράσει νέας έκδοσης μετοχές αξίας 100 εκ., στη πραγματικότητα θα έχει ανακεφαλαιοποιήσει τη τράπεζα και θα την έχει διασώσει από μια πτώχευση.
Περνώντας από το αόριστο παράδειγμα στην περίπτωση της Τράπεζας Πειραιώς παρατηρούμε ότι το προηγούμενο δίλημμα αντιμετωπίστηκε ήδη τρείς φορές στο παρελθόν. Το γεγονός αυτό έφερε την ιδιοκτησία της Τράπεζας κατά 61% στο ΤΧΣ, ένα θεσμικό όργανο το οποίο ανήκει στο δημόσιο ακόμα και αν Τροϊκο-κρατείται διοικητικά. Σε αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται η πηγή της σύγκρουσης για τη ζημία του δημοσίου.
Αρχικά, το δημόσιο ζημιώθηκε ήδη. Ας παρομοιάσουμε την ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Πειραιώς από το ΤΧΣ τα προηγούμενα χρόνια με αυτή του παραδείγματος, δηλαδή της ΑΜΚ κατά 100 εκ. από τον εξωτερικό θεσμό. Εκείνη τη περίοδο αποφασίστηκε πως τα 100 εκ. δεν θα αντιπροσωπεύουν μετοχές και τίτλους ιδιοκτησίας, αλλά θα αποτελούν εργαλεία τα οποία ονομάζονται CoCos. Πρακτικά, μετά τη στήριξη η τράπεζα υποχρεούται να επιστρέψει τα χρήματα του δημοσίου με τόκο. Αν σταματήσει την αποπληρωμή, τα CoCos μετατρέπονται σε μετοχές της τράπεζας. Η συμφωνία προέβλεπε ότι η κεφαλαιακή στήριξη θα έδινε στον εξωτερικό θεσμό CoCos, τα οποία αν μετατρέπονταν σε μετοχές θα ήταν σαν να άξιζαν 6€ η μία. Όταν, όμως, λόγω της πανδημίας τα CoCos μετατράπηκαν σε μετοχές, η πραγματική τους αξία ήταν 1,24€. Τα ίδια χρήματα, λοιπόν, θα αγόραζαν περισσότερες μετοχές με τη πραγματική χαμηλή τιμή, παρά όσες αγόρασαν με την εικονική υψηλή τιμή.
Ο κύριος μελλοντικός φόβος, όμως, αφορά τη μέθοδο της επερχόμενης ΑΜΚ. Στο παράδειγμα πάλι, έστω ότι πριν την ανακεφαλαιοποίηση υπάρχουν 100 μετοχές και το ΤΧΣ κατέχει τις 61 (61%). Αν η ΑΜΚ πραγματοποιηθεί από επενδυτές και το ΤΧΣ δεν συμμετέχει, η ισχύς του τελευταίου θα αλλοιωθεί. Πρακτικά, αν με την στήριξη των 100 εκ. εκδοθούν 50 νέες μετοχές, πλέον το ΤΧΣ θα κατέχει 61/150=40,6% της τράπεζας. Επομένως, το δημόσιο θα χάσει σημαντικά δικαιώματα στη λήψη των αποφάσεων, αλλά και στα κέρδη της τράπεζας. Και ακριβώς αυτό είναι που φέρνει την πολιτική αναταραχή. Η πληροφορία, δηλαδή, πως στην ανακεφαλαιοποίηση δεν θα συμμετάσχει το ΤΧΣ, αλλά μόνο διάφοροι άλλοι επενδυτές, ζημιώνοντας σημαντικά τη θέση του δημοσίου. Μιας και η απόφαση είναι εντελώς εκτός των δυνάμεων μας, το χρέος μας είναι να συμπληρώσουμε το απόφθεγμα. Η ιστορία επαναλαμβάνεται πρώτα ως τραγωδία, έπειτα ως φάρσα και μετά.. ως τι;